Τα επίπεδα των ορμονών του στρες πριν την εγκυμοσύνη μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο η μέλλουσα μητέρα να αποκτήσει παιδί με χαμηλό σωματικό βάρος γέννησης, σύμφωνα με έρευνα.
Συνήθως, τα επίπεδα της ορμόνης του στρες, κορτιζόλης, είναι υψηλά όταν ξυπνάτε το πρωί και μειώνονται σταδιακά κατά τη διάρκεια της ημέρας. Αλλά μερικοί άνθρωποι έχουν χαμηλά επίπεδα κορτιζόλης το πρωί και μικρότερη από το κανονικό πτώση αυτών των επιπέδων κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Αυτή η ανωμαλία, που σχετίζεται με το χρόνιο στρες και με κάποιο πιθανό ιστορικό τραύματος, έχει συνδεθεί με την εκδήλωση διαφόρων ασθενειών, συμπεριλαμβανομένου του καρκίνου και της σκλήρυνσης των αρτηριών, σύμφωνα με τους ερευνητές.
Τι έδειξε η έρευνα
Αυτό που ανέδειξε η μελέτη, είναι ότι αυτή η ανωμαλία στα επίπεδα κορτιζόλης μιας μητέρας μπορεί επίσης να “προβλέψει” το βάρος του μωρού της.
“Βρήκαμε ότι με τον ίδιο τρόπο που η κορτιζόλη έχει συνδεθεί με το χρόνιο στρες, συνδέεται και με την γέννηση ενός μωρού, που ζυγίζει αισθητά λιγότερο”, ανέφερε χαρακτηριστικά η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, Christine Guardino, από το τμήμα ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια.
Εκείνη και οι συνεργάτες της εξέτασαν συνολικά τις περιπτώσεις 142 εγκύων. Για την εκτίμηση των επιπέδων άγχους των γυναικών, οι ερευνητές ανέλυσαν την αρτηριακή πίεση, τον Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ), τα επίπεδα κορτιζόλης στο σάλιο τους και ορισμένους άλλους παράγοντες, που χρησιμοποιούνται ως βιοδείκτες της κορτιζόλης στον οργανισμό.
Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στην διαδικτυακή έκδοση της επιστημονικής επιθεώρησης Health Psychology, δείχνει ότι τα επίπεδα της κορτιζόλης της μητέρας πριν την εγκυμοσύνη επηρεάζουν το βάρος γέννησης του μωρού.
Τα μωρά, που έχουν βάρος γέννησης κάτω από 2,5 κιλά, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για προβλήματα υγείας, ακόμα και για πρόωρο θάνατο.
Το αυξημένο επίπεδο της κορτιζόλης στην μητέρα μειώνει τη ροή του αίματος προς το έμβρυο, κάτι που με τη σειρά του μειώνει την παροχή οξυγόνου και θρεπτικών συστατικών.
Οι γυναίκες που σκοπεύουν να μείνουν έγκυες θα πρέπει να αξιολογήσουν εγκαίρως τα επίπεδα του άγχους τους και να κάνουν τα κατάλληλα βήματα για την μείωσή τους, αν αυτό είναι απαραίτητο, είπαν οι ερευνητές.
Μετάφραση/απόδοση από Iatropedia με πληροφορίες από το εδώ
Πηγή: iatropedia